Ενδομητρίωση και κίνδυνος θρόμβωσης στην κύηση
Η ενδομητρίωση είναι μια χρόνια φλεγμονώδης νόσος της αναπαραγωγικής ηλικίας, στην οποία έχουμε παρουσία ενδομητρίου εκτός μήτρας (πχ. στις ωοθήκες, στις σάλπιγγες, στο έντερο και αλλού). Παρόλο που δεν είναι απολύτως γνωστή η παθοφυσιολογία του νοσήματος φαίνεται ότι τα αιμοπετάλια παίζουν σημαντικό ρόλο στην έναρξη μιας φλεγμονώδους διεργασίας που στη συνέχεια διεγείρει τους παράγοντες πήξης. Επομένως, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο οι γυναίκες με ενδομητρίωση έχουν αυξημένο κίνδυνο για εκδήλωση θρόμβωσης και αν η χορήγηση αντιπηκτικής ή αντιαιμοπεταλιακής αγωγής θα μπορούσε να προφυλάξει από μία τέτοια επιπλοκή.
Χαρακτηριστικό γνώρισμα της ενδομητρίωσης είναι ότι ο χρόνιος πόνος που προκαλεί το νόσημα σημαντικά ελλατώνεται κατά τη διάρκεια μιας κύησης, πιθανότατα λόγω έλλειψης των ορμονικών διακυμάνσεων που παρατηρούνται στην έμμηνο ρύση. Κατά συνέπεια η χρόνια φλεγμονώδης διεργασία φαίνεται ότι καταστέλλεται. Ωστόσο, πρέπει να καθοριστεί κατά πόσο οι γυναίκες με ενδομητρίωση είναι υψηλού κινδύνου για θρομβώσεις ειδικά την περίοδο της κύησης και της λοχείας που από μόνες τους είναι υπερπηκτικές καταστάσεις.
Στη βιβλιογραφία υπάρχουν μόνο μεμονωμένα περιστατικά στα οποία περιγράφεται επεισόδιο θρόμβωσης κατά τη διάρκεια κύησης σε γυναίκες με ενδομήτριωση. Επομένως, δε μπορεί να θεωρηθεί από αυτές τις περιγραφές ότι η θρόμβωση οφείλεται στην ενδομητρίωση αφού η κύηση από μόνη της είναι θρομβοφιλική κατάσταση. Υπάρχει μία μεγάλη μελέτη στην Ιαπωνία σε γυναίκες με ενδομητρίωση, όπου θρομβοεμβολική νόσος προκλήθηκε σε 7.5/10000 κυήσεις. Το ποσοστό αυτό δε διαφέρει από το ποσοστό θρόμβωσης στην κύηση (ανεξαρτήτως ενδομητρίωσης) που διαδιγνώσκεται σε γυναίκες της καυκάσιας φυλής. Όμως επειδή οι γυναίκες στην Ιαπωνία έχουν σημαντικά μικρότερο κίνδυνο κληρονομικής θρομβοφιλίας (εξαιρετικά χαμηλά ποσοστά μεταλλαγής Leiden ή FII20210) τότε πιθανότατα αυτό το αποτέλεσμα της μελέτης να αναδεικνύει ότι η ενδομητρίωση αποτελεί έναν ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου. Αντίστοιχη όμως μελέτη στην καυκάσια φυλή που ανήκουν και οι ελληνίδες δεν έχει γίνει έως τώρα για να μπορούμε να εξάγουμε ασφαλή συμπεράσματα.
Ένα επίσης σημαντικό θέμα είναι ότι πολλές γυναίκες με ενδομητρίωση υποβάλλονται σε εξωσωματική γονιμοποίηση λόγω της υπογονιμότητας που προκαλεί το νόσημα. Επομένως, τίθεται το ερώτημα κατά πόσο οι γυναίκες που υποβάλλονται σε ορμονική διέγερση έχουν αυξημένο κίνδυνο εκδήλωσης θρόμβωσης, κυρίως στη φάση της ορμονικής διέγερσης αλλά και στο πρώτο τρίμηνο της κύησης. Υπάρχουν αναφορές για περιστατικά γυναικών με ενδομητρίωση στη βιβλιογραφία που εκδήλωσαν φλεβικές ή αρτηριακές θρομβώσεις, όμως η επιπλοκή μπορεί να αποδωθεί στην αύξηση των οιστρογόνων κατά τη διάρκεια της IVF. Άρα, αφού δεν υπάρχει καμία μεγάλη μελέτη που να συγκρίνει το κίνδυνο θρόμβωσης σε ομάδα γυναικών με ενδομητρίωση και χωρίς ενδομητρίωση, τότε δε μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ότι η ενδομητρίωση αποτελεί ανεξάρτητο παράγοντα κινδύνου.
Συμπερασματικά, με τα υπάρχοντα δεδομένα δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι οι γυναίκες με ενδομητρίωση κινδυνεύουν περισσότερο για εκδήλωση θρόμβωσης κατά τη διάρκεια της κύησης, σε σύγκριση με τις γυναίκες χωρίς ενδομητρίωση, ώστε να αντιμετωπιστούν διαφορετικά. Όμως πρέπει να γίνεται πολύ προσεκτικός έλεγχος όλων των παραγόντων κινδύνου σε κάθε γυναίκα ξεχωριστά, ώστε γρήγορα να ανευρεθούν οι γυναίκες που πιθανότατα να οφεληθούν από έγκαιρη έναρξη αντιθρομβωτικής αγωγής.