ΝΚ κύτταρα στο αίμα. Πρέπει να ελέγχονται σε υπογονιμότητα και αποβολές;
Η κύηση αποτελεί ένα πολύπλοκο και θα έλεγα μυστηριώδες φαινόμενο αφού ο οργανισμός της μητέρας πρέπει να προσαρμοστεί στα άγνωστα για αυτόν χρωμοσώματα του πατέρα, που «εισβάλλουν» για να δώσουν στο έμβρυο το 50% της γενετικής του ταυτότητας. Θεωρητικά το παραπάνω φαινόμενο αποτελεί ένα είδος μεταμόσχευσης που προϋποθέτει την καταστολή του ανοσοποιητικού συστήματος της μητέρας, ώστε να γίνει η γονιμοποίηση.
Πολλές μελέτες έχουν γίνει και πολλές υποθέσεις έχουν λεχθεί σχετικά με το εάν κάποια προβλήματα γονιμότητας ή καθέξιν αποβολές οφείλονται στην αδυναμία ανοσοκαταστολής της γυναίκας κατά τη γονιμοποίηση ή εάν η μητέρα παράγει αντισώματα εναντίον των κυττάρων του πατέρα, τα συχνώς αποκαλούμενα και ως “αντιπατρικά αντισώματα”.
Το μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει στραφεί στα κύτταρα φυσικούς φονείς (Natural Killer cells-NK) τα οποία είναι ένα είδος λεμφοκυττάρου. Τα ΝΚ υπάρχουν και στους υγιείς και έχουν την ικανότητα άμεσα να επιτίθενται σε κύτταρα στόχους που αναγνωρίζουν ως ξένους για τον οργανισμό, όπως συμβαίνει ενάντια σε ιούς ή καρκινικά κύτταρα. Δηλαδή, αποτελούν ένα είδος άμυνας του οργανισμού. Προσφάτως έχουν βρεθεί ΝΚ κύτταρα και στο ενδομήτριο παρόμοιας λειτουργίας και κυρίως υπάρχουν αυξημένα κατά την εμφύτευση του εμβρύου και τις πρώτες εβδομάδες της κύησης. Τα ΝΚ κύτταρα του ενδομητρίου δεν κυκλοφορούν στο αίμα και δε φαίνεται η παρουσία τους να είναι επιβλαβής για το έμβρυο.
Η διακύμανση των ΝΚ κυττάρων στην κυκλοφορία του αίματος είναι μεγάλη από 5-30% στους υγιείς με θεωρείται ότι πλήθος παραγόντων μπορεί να επηρεάζουν την τιμή τους όπως φύλο, ηλικία, εθνικότητα, περιβαλλοντικοί παράγοντες, το κάπνισμα ή το άγχος. Δε σημαίνει ότι υψηλές τιμές ΝΚ επηρεάζουν αρνητικά την υγεία. Ισχυροί παράγοντες που αυξάνουν την κυκλοφορία τους είναι η παρουσία λοιμώξεων (κυρίως ιώσεις), τα κακοήθη νοσήματα και υποκείμενα νοσήματα που διεγείρουν το ανοσοποιητικό, όπως τα αυτοάνοσα νοσήματα.
Ορισμένοι ιατροί προτείνουν τη μέτρηση και μελέτη των ΝΚ σε περιπτώσεις υπογονιμότητας, αποτυχημένης εξωσωματικής γονιμοποίησης και καθέξιν αποβολών. Είναι σημαντικό όμως να γίνει κατανοητό ότι τα επίπεδα των ΝΚ στο αίμα δεν αντικατοπτρίζουν τη δραστικότητα των ΝΚ του ενδομητρίου και είναι αμφίβολο το κατά πόσο η μέτρησή τους έχει κάποια προγνωστική σημασία για το αποτέλεσμα μιας μελλοντικής κύησης.Ο έλεγχος μπορεί να προσανατολίσει το θεράποντα ώτσε να αναζητήσει μια υποκείμενη αιτία, ένα αυτοάνοσο νόσημα για παράδειγμα χωρίς να σημαίνει απαραίτητα ότι πρέπει να αντιμετωπιστεί η αύξηση των ΝΚ καθεαυτή. Όταν προτείνονται θεραπείες (κυρίως κορτικοστεροειδή, ανοσοσφαιρίνες) για αντιμετώπιση υπογονιμότητας που έχει αποδοθεί στην παρουσία ΝΚ κυττάρων, τα ζευγάρια πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά και να ρωτούν πάντα για τους κινδύνους που μπορεί να επιφέρουν οι παραπάνω θεραπείες για τη γυναίκα και το έμβρυο όταν επιτευχθεί εγκυμοσύνη και πάντα πρέπει να παρακολούθηση να γίνεται από εξειδικευμένα κέντρα.