Αντιπηκτική αγωγή και παχυσαρκία
Η απόφαση για την πιο ενδεδειγμένη αντιπηκτική αγωγή σε άτομα με αυξημένο σωματικό βάρος είναι δύσκολη. Γενικά προτιμάται η λήψη κουμαρινικών με τακτική παρακολούθηση της τιμής INR ή η χορήγηση χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνης. Η τελευταία θεραπεία που η δόση της υπολογίζεται με βάση το σωματικό βάρος έχει φανεί ότι όταν είναι >100Κg δε μπορεί να γίνει σωστός υπολογισμός της κατάλληλης δόσης και χρειάζεται παρακολούθηση με το αποτέλεσμα της δραστικότητας antiXa ώτσε να αποφευχθούν αιμορραγίες ή υποθεραπευτικά επίπεδα.
Τα τελευταία χρόνια με την κυκλοφορία των νεότερων αντιπηκτικών (που η δοσολογία είναι ανεξάρτητη του σωματικού βάρους και δε χρειάζεται εργαστηριακή παρακολούθηση της αποτελεσματικότητας της αγωγής) υπάρχει διστακτικότητα στη συνταγογράφησή τους. Για παράδειγμα, το ευρέως χρησιμοποιούμενο φάρμακο rivaroxaban, παρόλο που σύμφωνα με τις οδηγίες του φαρμάκου δε χρειάζεται τροποποίηση σε παχύσαρκα άτομα, στις κλινικές μελέτες που έγιναν για να δοθεί έγκριση ήταν πολλοί λίγοι ασθενείς με υψηλό σωματικό βάρος, ειδικά >120Kg.Πιθανότατα με τη δυνατότητα διενέργειας antiXa ειδική για το rivaroxaban να μπορεί με μεγαλύτερη ασφάλεια να δοθεί το συγκεκριμένο φάρμακο, όπως και τα υπόλοιπα νεότερα αντιπηκτικά (apixaban, dabigatran,…) σε αυτή την ομάδα ασθενών.