Κουμαρινικά (Sintron - Warfarin) και Εγκυμοσύνη
Η λήψη κουμαρινικών αντιπηκτικών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης έχει ενοχοποιηθεί για σοβαρές ανωμαλίες στην ανάπτυξη του εμβρύου (εμβρυοπάθεια και τοξικότητα της βαρφαρίνης), αιμορραγία του εμβρύου και αυξημένο κίνδυνο αυτόματων αποβολών ή ενδομήτριου θανάτου.
Λόγω των παραπάνω συσχετίσεων η χρήση κουμαρινικών αντενδείκνυται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης (κατηγορία φαρμάκου Χ) και σε όλες τις γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας πριν από την έναρξη του φαρμάκου πρέπει να γίνεται έλεγχος για πιθανή κύηση. Κάθε γυναίκα πρέπει να ενημερώνεται για τους κινδύνους και να χρησιμοποιεί μέτρα αντισύλληψης κατά τη διάρκεια της θεραπείας, ενώ εάν η θεραπεία είναι επί μακρόν πρέπει να γίνεται τροποποίηση της αγωγής με χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη τουλάχιστον ένα μήνα πριν από έναρξη προσπαθειών σύλληψης.
Σε γυναίκες πολύ υψηλού κινδύνου εμφάνισης θρομβοεμβολικής νόσου όπως γυναίκες με προσθετικές καρδιακές βαλβίδες τότε μπορεί υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις να δοθεί αγωγή με κουμαρινικά (κατηγορία φαρμάκου D) ειδικά σε γυναίκες όπου δεν υπάρχει πρόσβαση σε χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη (πχ. λόγω κόστους) ή όταν υπάρχει δυσκολία στην χορήγηση (καθημερινά υποδόριες ενέσεις). Σε γυναίκες με σταθερό κύκλο, όπου και η διαπίστωση της εγκυμοσύνης δε θα καθυστερήσει μπορεί να συνεχιστεί η αγωγή και να γίνει η τροποποίηση με χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη αμέσως μετά. Εξάλλου φαίνεται ότι η εμβρυοπάθεια προκαλείται κυρίως από τη χρήση μετά την 6η εβδομάδα κύησης και κατά το 1ο τρίμηνο. Ο κίνδυνος φαίνεται να είναι ακόμα μικρότερος στις γυναίκες που επιτυγχάνουν θεραπευτικό στόχο INR με επίπεδα βαρφαρίνης <5mg ανά ημέρα. Στο 2ο και 3ο τρίμηνο (έως την 36 εβδομάδα) μπορεί να συνεχιστεί η αγωγή με κουμαρινικά και η τροποποίηση σε ηπαρίνη να γίνει πριν τον αναμενόμενο τοκετό.
Και στις γυναίκες όμως υψηλού κινδύνου, πρέπει να γίνεται λεπτομερής ενημέρωση για τους κινδύνους και ότι η πιο ασφαλής αγωγή είναι με χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη.