Εξέταση anti-Xa. Πότε χρειάζεται;
H εξέταση anti-Xa έχει δημιουργηθεί ώστε να μετρά τα επίπεδα της ηπαρίνης στο πλάσμα (κλασικής ηπαρίνης και χαμηλού μοριακού βάρους) ώστε να ελέγχει κατά πόσο η αντιπηκτική αγωγή είναι ρυθμισμένη στα όρια που απαιτούνται.
Η κλασική ηπαρίνη δε χρησιμοπoιείται ευρέως παρά μόνο σε ειδικές περιπτώσεις και κυρίως σε νοσηλευόμενους ασθενείς επομένως τα παρακάτω όρια αφορούν τη χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνη.
ΘΕΡΑΠΕΥΤΙΚΑ ΟΡΙΑ : 0.6-1.2 IU/ml
ΠΡΟΦΥΛΑΚΤΙΚΑ ΟΡΙΑ : 0.2.-0.4 IU/ml
Τα παραπάνω όρια συνήθως αφορούν τη ρύθμιση της ενοξαπαρίνης (Clexane), ωστόσο σε άλλες ηπαρίνες όπως τινζαπαρίνη (Innohep) τα κατώτερα όρια προφύλαξης είναι χαμηλότερα σε επίπεδα 0.1IU/ml.
Αυστηρά η μέτρηση πρέπει να γίνεται 4 ώρες μετά τη χορήγηση της χαμηλού μοριακού βάρους ηπαρίνης ώστε το αποτέλεσμα να είναι αξιολογήσιμο.
Η μέτρηση anti-Xa δεν είναι απαραίτητη να γίνεται σε όλους όσους λαμβάνουν αντιπηκτική αγωγή αφού η δοσολογία υπολογίζεται με βάση το σωματικό βάρος. Συνήθως βοηθά σε περιπτώσεις ατόμων με πολύ αυξημένο σωματικό βάρος (>100Κg), σε άτομα με νεφρική ανεπάρκεια ή σε έγκυες όπου λόγω αύξησης του πλάσματος η δόση δε μπορεί να ρυθμιστεί ειδικά στο τρίτο τρίμηνο. Επίσης, βοηθά σε άτομα υψηλού κινδύνου για θρομβώσεις όπου η θεραπεία πρέπει να είναι σε υψηλά θεραπευτικά όρια, όπως άτομα με αντιφωσφολιπιδικό σύνδρομο και επαναλαμβανόμενες θρομβώσεις ή ασθενείς με μεταλλικές βαλβίδες.
Ανιστοίχως με την ηπαρίνη και νεότερα αντιπηκτικά φάρμακα (fondaparinux-Arixtra, rivaroxaban-Xarelto, apixaban-Eliquis) αναστέλουν τον ενεργοποιημένο παράγοντα Χ (Χα) επομένως η παραπάνω μέθοδος θα μπορούσε να βοηθήσει στην παρακολούθηση της δόσης. Όμως, χρειάζεται διαφορετική μέθοδος, ειδική ρύθμιση στο μηχάνημα και διαφορετικά αντιδραστήρια ώστε το αποτέλεσμα να είναι αξιόπιστο και στην παρούσα χρονική στιγμή η εξέταση πραγματοποιείται μόνο από εξειδικευμένα κέντρα και κυρίως για ερευνητικούς σκοπούς.